Τα περισσότερα βρέφη συνηθίζουν να θηλάζουν το δάκτυλό τους κατά το πρώτο έτος της ζωής τους. Η μεγάλη πλειοψηφία των παιδιών διακόπτει τη συνήθεια τους αυτή, στην ηλικία των 4 ετών περίπου κατά την οποία πηγαίνουν στο Νηπιαγωγείο.
Ένα μικρό ποσοστό των παιδιών όμως, συνεχίζει και μετά την ηλικία των 5 ετών, οπότε αρχίζουν να εμφανίζονται οι επιπτώσεις τόσο στο οδοντογναθοπροσωπικό σύστημα όσο και στην ψυχολογία, συμπεριφορά και επικοινωνία αυτών των παιδιών.
Σχετικά με τις επιπτώσεις του θηλασμού του δακτύλου, αν και έχει τεκμηριωθεί μια υψηλή συσχέτιση μεταξύ του θηλασμού του δακτύλου και της ύπαρξης ανωμαλίας στο οδοντογναθοπροσωπικό σύστημα και στην ψυχολογία του παιδιού, υπάρχουν και παιδιά που ενώ θηλάζουν το δάκτυλό τους δεν εμφανίζουν καμία ανωμαλία.
Το γεγονός αυτό δείχνει ότι η πρόκληση ή μη ανωμαλίας, καθώς και η βαρύτητα των επιπτώσεων που τυχόν θα δημιουργηθούν από τη συνήθεια του θηλασμού του δακτύλου, εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται:
- Η κληρονομικότητα η οποία συνδέεται με την σκελετική μορφολογία του προσώπου
- Το οικογενειακό περιβάλλον
- Η ένταση με την οποία γίνεται ο θηλασμός
- Η ημερήσια διάρκεια παραμονής του δακτύλου στο στόμα
- Ο χρόνος ενάρξεως και η διάρκεια διατηρήσεως της συνήθειας του θηλασμού
- Η θέση που παίρνει η κάτω γνάθος
- Ο τρόπος τοποθετήσεως του δακτύλου στο στόμα
- Η συνύπαρξη και άλλων παραγόντων, όπως π.χ. στάση της κεφαλής, τρόπος αναπνοής κ.λ.π.
- Ο τόνος των περιστοματικών μυών και κυρίως του σφιγκτήρα του στόματος
Ποιές είναι όμως οι επιπτώσεις του θηλασμού του δακτύλου; Διαβάστε εδώ.